Μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα μπήκαμε στο αυτοκίνητο που μόλις νοικιάσαμε και ξεκινήσαμε για την εξερεύνηση μας στην Κάτω Μεριά της Αμοργού, την πιο ανεξερεύνητη και άγρια πλευρά του νησιού. Η διάθεση ήταν στα ύψη και εγώ ως πιο παλιά είχα αναλάβει ανεπίσημα το ρόλο της ξεναγού. Οι τρεις συνεπιβάτες μου επισκέπτονταν πρώτη φορά την Αμοργό και όταν γνωριστήκαμε, δεν έχασαν την ευκαιρία να με προσκαλέσουν μαζί τους.
Αφού περάσαμε όλα τα χωριά και κατεβήκαμε στο ιστορικό ναυάγιο Ολυμπία, φτάσαμε στη νότια άκρη του νησιού, κουρασμένοι και πεινασμένοι. Η Μαρία στην καντίνα της Καλοταρίτισσας μας καλωσόρισε με το εγκάρδιο χαμόγελό της, μας πρόσφερε μια από τις νοστιμότερες σπιτικές τυρόπιτες που έχουμε δοκιμάσει με ντόπιο αμοργιανό τυρί και μας ενημέρωσε πως στo νησί της οι περισσότερες πίτες είναι τηγανιτές.
Αφού απολαύσαμε το πρωινό μας, τρέξαμε να προλάβουμε το καϊκάκι που αναχωρούσε για το μικρό νησί της Γραμπούσας. Οι ώρες κύλησαν με πολύ κολύμπι, διάβασμα και άφθονο γέλιο. Αργά το μεσημέρι αποκαμωμένοι, πήραμε το δρόμο της επιστροφής με πρώτη στάση το χωριό Αρκεσίνη. Εκεί, μέσα στις ακατοίκητες εκτάσεις και πλάι στον αρχαίο πύργο της Αγίας Τριάδας, βρίσκεται το παραδοσιακό καφενείο-μεζεδοπωλείο «Στον Πύργο». Ένα μέρος απλό, νησιώτικο με λίγα τραπέζια και σύντομο μενού, αλλά, όπως διαπιστώσαμε αργότερα, νοστιμότατα πιάτα.
Το μικρό μας τραπέζι στρώθηκε με το λευκό χάρτινο τραπεζομάντηλο με τον χάρτη της Αμοργού και των Μικρών Κυκλάδων και το γυάλινο καραφάκι με την παγωμένη ρακή συνόδευε το στρώσιμο. Πρώτα, έφτασαν τα ντόπια αμοργιάνα τυριά. Λάτρεις των τυροκομικών προϊόντων δεν θα μπορούσαμε να ζητήσουμε τίποτα το διαφορετικό. Αθότυρος, κοπανιστή, ξινοτύρι και ξινομυζήθρα. Όλα παρασκευασμένα με αγάπη και μεράκι από τους ιδιοκτήτες του καφενείου. Σειρά είχε το μικρό πιατάκι με το φάβα ή μαέρεμα. Εδώ, στην Αμοργό η φάβα προέρχεται από το κατσούνι, μια ποικιλία αρακά που ευδοκιμεί μόνο στο νησί και στα γειτονικά των Μικρών Κυκλάδων, Δονούσα, Σχοινούσα, Ηρακλειά. Σερβίρεται με λάδι, ξερό κρεμμύδι και μπόλικη ντόπια κάπαρη.
Τα γιαπράκια ή αλλιώς ντολμαδάκια ακολούθησαν. Πεντανόστιμα και μυρωδάτα, μας έκαναν να τα εξαφανίσουμε σε λίγα λεπτά και χωρίς κανέναν δισταγμό παραγγείλαμε δεύτερη μερίδα. Τα ρεβύθια φούρνου όμως ήταν η έκπληξη του απομεσημεριού. Σιγομαγειρεμένα στο τσουκάλι για ώρες, είχαν χειλώσει σωστά και ο δυόσμος, το δεντρολίβανο, η φρέσκια ντομάτα έδεναν αρμονικά και προσέφεραν μια γαστρονομική πανδαισία. Η μυρωδιά από τα φρεσκοτηγανισμένα κεφτεδάκια της Ευαγγελίτσας απλώθηκε σε όλο το χωριό πριν αυτά φτάσουν στο τραπέζι μας. Η δοκιμή τους μια μοναδική γευστική εμπειρία. Σωστά τηγανισμένα και τραγανά απ’ έξω, αφράτα στη σάρκα τους, ζουμερά και αρωματικά.
Χορτασμένοι και ευχαριστημένοι απ’ ότι γευτήκαμε, ζητήσαμε τον λογαριασμό. Εκείνος ήρθε παρέα μ’ ένα σφηνάκι ψημένης ρακής για τον καθένα μας. Ευωδιαστό αμοργιανό ηδύποτο η ψημένη με πολλά βότανα, ζάχαρη και μέλι ήταν ό,τι χρειαζόμασταν μετά το απολαυστικό μας γεύμα.
Αργά το απόγευμα πια, αποφασίσαμε να κάνουμε μια μικρή στάση στη Χώρα πριν καταλήξουμε στα Κατάπολα, το ένα από τα δύο λιμάνια του νησιού. Ο έντονος ήχος του βιολιού και του λαούτου μας οδήγησε στην εκκλησία της λόζας, της μικρής πλατείας της Χώρας. από την οποία έβγαινε ένα νιόπαντρο ζευγάρι. Ο γάμος ήταν ανοιχτός για όλους και γρήγορα έπεσε στα χέρια μας ένα όμορφο κουτί γεμάτο κουφέτα, αμοργιανό παστέλι με κύμινο και λεμονόφυλλο, ξηροτήγανα σε σχήμα τριαντάφυλλου και ψημένη.
Η μέρα μας έκλεισε στο γλυκοπωλείο της Καλλιστούς, όπου γευτήκαμε την πλούσια σοκολατόπιτα με παγωτό καϊμάκι, γνωστή σε πολλούς λάτρεις του νησιού.
Featured photo xryc_